αντικομμουνιστής

αντικομμουνιστής
ο , αντικομμουνίστρια η антикоммунист, -ка

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "αντικομμουνιστής" в других словарях:

  • αντικομμουνιστής — ο (θηλ. νίστρια, η) αυτός που είναι αντίθετος προς τον κομμουνισμό ή αναπτύσσει δράση εναντίον των κομμουνιστών …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»